Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή
(Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης)
Παρίσι, 17 Φλεβάρη 1903
''Φίλε Κύριε,
Εδώ και λίγες ημέρες πήρα το γράμμα σας. Θέλω να σας ευχαριστήσω για τη μεγάλη και πολύτιμη, για μένα, εμπιστοσύνη που μου δείχνετε. Δε μπορώ όμως να κάνω τίποτα περισσότερο. Δε μπορώ να μπω στην τεχνική των στίχων σας: κάθε είδους κριτική βλέψη είναι κάτι τόσο ξένο από μένα…Η κριτική είναι το χειρότερο μέσο για ν' αγγίξεις ένα έργο τέχνης: καταντάει πάντα σε πετυχημένες, λίγο ή πολύ παρανοήσεις. Δε μπορούμε όλα να τα συλλάβουμε και να τα εκφράσουμε –όσο κι αν θέλουν πολλοί να μας πείσουν για το αντίθετο. Τα περισσότερα απ' όσα μας συμβαίνουν, δε μπορούμε να τα εκφράσουμε, ξετυλίγονται μέσα σε μια σφαίρα, που ποτέ καμιά λέξη δεν την καταπάτησε. Κι απ' όλα πιο αδύνατο είναι να εκφράσουμε τα έργα της τέχνης, τις μυστηριακές αυτές υπάρξεις, που η ζωή τους δε γνωρίζει τέλος, καθώς πορεύεται πλάι στη δική μας, την περαστική, την πρόσκαιρη ζωή.
Πρέπει, έπειτ' από τούτη την παρατήρηση, να προσθέσω ακόμα πως οι στίχοι σας δεν έχουν δική τους ατομική έκφραση, κι ωστόσο βρίσκω μέσα κει, δειλό κι αβλάστητο ακόμα, το έμβρυο μιας προσωπικότητας. Τόνιωσα αυτό εντονότερα στο τελευταίο σας ποίημα: Η ψυχή μου . Εκεί, κάτι Δικό σας γυρεύει να βρει έκφραση και μορφή. Και μέσ' από τ' όμορφο ποίημά σας στο Leiopardi , αναδίδεται μια κάποια συγγένεια μ' εκείνον το Μεγάλο Ερημίτη. Ωστόσο, τα ποιήματά σας δεν έχουν δική τους υπόσταση, δεν έχουν αυθυπαρξία- ούτε καν το τελευταίο, ούτε καν το ποίημα το Leopardi . Το γράμμα σας που τα συντρόφευε, δεν παρέλειψε να μου εξηγήσει μια κάποιαν ατελειά τους, που την ένιωσα διαβαζοντάς τα χωρίς όμως και να μπορώ να της δώσω ένα όνομα.
Ρωτάτε αν είναι καλοί οι στίχοι σας. Ρωτάτε εμέναν. Ρωτήσατε, βέβαια, κι άλλους πριν. Τους στέλνετε στα περιοδικά. Τους συγκρίνετε μ' άλλα ποιήματα, αναστατωνόσαστε όταν κάποιοι αρχισυντάχτες σας γυρνάνε πίσω τα ποιητικά σας δοκίμια. Από δω κι εμπρός (μια και μου επιτρέψατε να σας δίνω συμβουλές) σας παρακαλώ να τ' απαρνηθείτε όλ' αυτά. Η ματιά σας είναι γυρισμένη προς τα έξω ? αυτό, προπάντων, δεν πρέπει να κάνετε τώρα πια. Κανένας δε μπορεί να σας συμβουλέψει ή να σας βοηθήσει, κανένας. Ένας μονάχα δρόμος υπάρχει: Βυθιστείτε μέσα στον εαυτό σας, αναζητείστε την αιτία που σας αναγκάζει να γράφετε, δοκιμάστε αν οι ρίζες της φυτρώνουν απ' τις πιο βαθιές γωνιές της καρδιάς σας. Εξομολογηθείτε στον εαυτό σας: Θα πεθαίνατε τάχα αν σας απαγόρευαν να γράφετε; Τούτο, πρώτ' απ' όλα: αναρωτηθείτε, την πιο σιγηλή ώρα της νύχτας σας: «Πρέπει να γράφω;» Σκαλίστε βαθιά μέσα σας, να βρείτε την απόκριση. Κι αν η απόκριση τούτη αντηχήσει καταφατικά, αν απέναντι στο βαθυσήμαντο τούτο ερώτημα μπορείτε να υψώσετε ένα στέριο κι απλό: «Πρέπει», τότε πλάσετε τη ζωή σας σύμφωνα μ' αυτή την ανάγκη. Η ζωή σας, ακόμα και στην πιο αδιάφορη, την πιο άδεια ώρα της, πρέπει να γίνει σημάδι και μάρτυρας αυτής της ορμής. Ζυγώστε, τότε, τη φύση. Πασχίστε, τότε, να πείτε, σαν νάσαστε ο πρώτος άνθρωπος πάνω στη γη, τι βλέπετε, τί ζείτε, τί αγαπάτε, τί χάνετε.
Μη γράφετε ερωτικά τραγούδια. Αποφύγετε πρώτ' απ' όλα τούτα τα πολύ
τρεχούμενα και συνηθισμένα θέματα: είναι τα πιο δύσκολα κι ο ποιητής
πρέπει να φτάσει σ' όλη την τρανή ωριμότητα της δύναμής του για να
μπορέσει να δώσει κάτι δικό του, εκεί όπου σίγουρη και λαμπερή – κάποιες
φορές- η παράδοση παρουσίασε τόσην αφθονία. Μακριά απ' τα μεγάλα γενικά
θέματα, σκύψετε σε κείνα που σας προσφέρει η καθημερινότητα. Ιστορείστε
τις θλίψεις και τους πόνους σας, τους φευγαλέους στοχασμούς σας, την
πίστη σας σε κάποιαν ομορφιά- ιστορείστε τα όλα τούτα με βαθιά, γαλήνια,
ταπεινή ειλικρίνεια, και μεταχειριστείτε, για να εκφραστείτε, τα
πράματα που σας περιτριγυρίζουν, τις εικόνες των ονείρων σας και τις
πηγές των αναμνήσεών σας. Αν ίσως η καθημερινότητά σας, σας φαίνεται
φτωχή, μην την καταφρονήσετε. Καταφρονείστε τον ίδιο τον εαυτό σας, που
δεν είναι αρκετά ποιητής και δε μπορεί να καλέσει κοντά του τα πλούτη
της. Για το δημιουργό, δεν υπάρχει φτώχια, ούτε φτωχοί κι αδιάφοροι
τόποι. Και μέσα σε φυλακή ακόμα αν ήσαστε κλεισμένος, κι οι τοίχοι της
δεν αφήνανε τους ήχους του κόσμου να φτάσουν ως εσάς, δεν θα σας έμεναν,
ωστόσο, αμόλευτα μέσα σας, τα παιδικά σας χρόνια, ο ακριβός, βασιλικός
τούτος πλούτος, ο θησαυρός αυτός των αναμνήσεων; Γυρίστε κατά κει το νου
σας. Πασχίστε ν' ανασύρετε, απ' το βυθό αυτών των περασμένων τις
βουλιαγμένες εντυπώσεις. Η προσωπικότητά σας θα δυναμωθεί, η μοναξιά σας
δε θάναι πια άδεια και θα σας γίνει ένα καταφύγιο ονείρου, όπου κανένας
θόρυβος απ' έξω δε θα φτάνει.
Κι αν από τούτη την επιστροφή στον εαυτό σας, από τούτη την καταβύθιση στον δικό σας κόσμο, στίχοι ξεπηδήσουν, δε θα σκεφτείτε να ρωτήσετε τους άλλους αν είναι καλοί στίχοι. Κι ούτε θ' αποζητήσετε να ενδιαφερθούν τα περιοδικά γι' αυτούς: οι στίχοι σας δε θάναι, για σας, παρά ένα αγαπημένο φυσικό σας χάρισμα, ένα κομμάτι κι ένας φθόγγος από τη ζωή σας. Ένα έργο τέχνης είναι άξιο μόνο σαν ξεπηδάει από μιαν ανάγκη. Για να το κρίνεις, πρέπει να δεις ποια είν' η πηγή του. Γι' αυτό φίλε Κύριε, δε μπορώ να σας δώσω παρά τούτη μόνο τη συμβουλή:
Βυθιστείτε στον εαυτό σας, ψάξτε στα βάθη, απ' όπου πηγάζει η ζωή σας. Εκεί θα βρείτε την απόκριση στο ρώτημα: πρέπει να δημιουργείτε; δεχτείτε την όπως θ' αντηχήσει, χωρίς να γυρέψετε το νόημά της. Ίσως βγει πως η Τέχνη σας καλεί. Τότε, αγκαλιάστε αυτή τη μοίρα, κρατήστε την για πάντα απάνω σας, μ' όλο το βάρος και το μεγαλείο της, χωρίς ποτέ ν' αποζητήσετε καμιάν αμοιβή απ' έξω.
Γιατί ο δημιουργός πρέπει νάναι ολόκληρος ένας κόσμος για τον εαυτό του, να βρίσκει τα πάντα στον εαυτό του και στη φύση, που μαζί της είναι δεμένος.
Μπορεί όμως, έπειτ' απ' αυτή την «κάθοδο» μέσα στον εαυτό σας και στον εντός σας «ερημίτη», να πρέπει ν' απαρνηθείτε τη μοίρα του ποιητή. (Φτάνει, όπως σας είπα, να νιώσει κανένας πως μπορεί να ζήσει και χωρίς να γράφει- κι ευθύς το γράψιμο του είναι απαγορευμένο). Μα και τότε ακόμα, αυτή η αυτοσυγκέντρωση, που σας ζητώ, δε θάχει σταθεί μάταιη. Η ζωή σας θα βρει, δίχως άλλο, μεσ' από κει, τους δικούς της δρόμους ? κι εύχομαι, περισσότερο απ' όσο δύνονται τα λόγια μου να σας πουν, οι δρόμοι σας τούτοι νάναι άξιοι, πλατιοί κι ευτυχισμένοι.
Τί άλλο μπορώ να πω; Νομίζω πως τόνισα ό,τι έπρεπε. Κι ακόμα μια φορά, ένα θέλω να σας συμβουλέψω: ν' αναπτυχθείτε, γαλήνια και σοβαρά, σύμφωνα με το δικό σας νόμο. Θα συνταράζατε, όσο γίνεται πιο βίαια κι ολέθρια, την εξέλιξή σας, αν στρέφετε τη ματιά σας προς τα έξω κι αν προσμένατε απ' έξω απόκριση σε ρωτήματα, όπου μόνο το πιο βαθύ αίσθημά σας, στην πιο χαμηλόφωνη ώρα σας, μπορεί ίσως ν' αποκριθεί .
Με χαρά μου βρήκα το όνομα του καθηγητή Horacek στο γράμμα σας. Διατηρώ πάντα, από τα χρόνια κείνα, βαθύ σεβασμό κι ευγνωμοσύνη για τον αγαπητόν αυτό σοφό. Θα είχατε την καλοσύνη να του το πείτε; Είναι τόσο καλός που με θυμάται ακόμα, και του χρωστώ χάρη γι' αυτό.
Σας στέλνω πίσω τους στίχους, που φιλικά μου εμπιστευτήκατε. Και σας ευχαριστώ, άλλη μια φορά, για τη μεγάλη κι εγκάρδια εμπιστοσύνη σας. Προσπάθησα, στην ανυπόκριτη τούτη απάντησή μου, γραμμένη όσο δυνόμουν καλύτερα, να φανώ της εμπιστοσύνης αυτής κάπως περισσότερο άξιος απ' ό,τι πραγματικά είμαι, ο ξένος εγώ.
Μ' αφοσίωση και συμπάθεια''
Rainer Maria Rilke
(Μετάφραση: Μάριος Πλωρίτης)
Παρίσι, 17 Φλεβάρη 1903
''Φίλε Κύριε,
Εδώ και λίγες ημέρες πήρα το γράμμα σας. Θέλω να σας ευχαριστήσω για τη μεγάλη και πολύτιμη, για μένα, εμπιστοσύνη που μου δείχνετε. Δε μπορώ όμως να κάνω τίποτα περισσότερο. Δε μπορώ να μπω στην τεχνική των στίχων σας: κάθε είδους κριτική βλέψη είναι κάτι τόσο ξένο από μένα…Η κριτική είναι το χειρότερο μέσο για ν' αγγίξεις ένα έργο τέχνης: καταντάει πάντα σε πετυχημένες, λίγο ή πολύ παρανοήσεις. Δε μπορούμε όλα να τα συλλάβουμε και να τα εκφράσουμε –όσο κι αν θέλουν πολλοί να μας πείσουν για το αντίθετο. Τα περισσότερα απ' όσα μας συμβαίνουν, δε μπορούμε να τα εκφράσουμε, ξετυλίγονται μέσα σε μια σφαίρα, που ποτέ καμιά λέξη δεν την καταπάτησε. Κι απ' όλα πιο αδύνατο είναι να εκφράσουμε τα έργα της τέχνης, τις μυστηριακές αυτές υπάρξεις, που η ζωή τους δε γνωρίζει τέλος, καθώς πορεύεται πλάι στη δική μας, την περαστική, την πρόσκαιρη ζωή.
Πρέπει, έπειτ' από τούτη την παρατήρηση, να προσθέσω ακόμα πως οι στίχοι σας δεν έχουν δική τους ατομική έκφραση, κι ωστόσο βρίσκω μέσα κει, δειλό κι αβλάστητο ακόμα, το έμβρυο μιας προσωπικότητας. Τόνιωσα αυτό εντονότερα στο τελευταίο σας ποίημα: Η ψυχή μου . Εκεί, κάτι Δικό σας γυρεύει να βρει έκφραση και μορφή. Και μέσ' από τ' όμορφο ποίημά σας στο Leiopardi , αναδίδεται μια κάποια συγγένεια μ' εκείνον το Μεγάλο Ερημίτη. Ωστόσο, τα ποιήματά σας δεν έχουν δική τους υπόσταση, δεν έχουν αυθυπαρξία- ούτε καν το τελευταίο, ούτε καν το ποίημα το Leopardi . Το γράμμα σας που τα συντρόφευε, δεν παρέλειψε να μου εξηγήσει μια κάποιαν ατελειά τους, που την ένιωσα διαβαζοντάς τα χωρίς όμως και να μπορώ να της δώσω ένα όνομα.
Ρωτάτε αν είναι καλοί οι στίχοι σας. Ρωτάτε εμέναν. Ρωτήσατε, βέβαια, κι άλλους πριν. Τους στέλνετε στα περιοδικά. Τους συγκρίνετε μ' άλλα ποιήματα, αναστατωνόσαστε όταν κάποιοι αρχισυντάχτες σας γυρνάνε πίσω τα ποιητικά σας δοκίμια. Από δω κι εμπρός (μια και μου επιτρέψατε να σας δίνω συμβουλές) σας παρακαλώ να τ' απαρνηθείτε όλ' αυτά. Η ματιά σας είναι γυρισμένη προς τα έξω ? αυτό, προπάντων, δεν πρέπει να κάνετε τώρα πια. Κανένας δε μπορεί να σας συμβουλέψει ή να σας βοηθήσει, κανένας. Ένας μονάχα δρόμος υπάρχει: Βυθιστείτε μέσα στον εαυτό σας, αναζητείστε την αιτία που σας αναγκάζει να γράφετε, δοκιμάστε αν οι ρίζες της φυτρώνουν απ' τις πιο βαθιές γωνιές της καρδιάς σας. Εξομολογηθείτε στον εαυτό σας: Θα πεθαίνατε τάχα αν σας απαγόρευαν να γράφετε; Τούτο, πρώτ' απ' όλα: αναρωτηθείτε, την πιο σιγηλή ώρα της νύχτας σας: «Πρέπει να γράφω;» Σκαλίστε βαθιά μέσα σας, να βρείτε την απόκριση. Κι αν η απόκριση τούτη αντηχήσει καταφατικά, αν απέναντι στο βαθυσήμαντο τούτο ερώτημα μπορείτε να υψώσετε ένα στέριο κι απλό: «Πρέπει», τότε πλάσετε τη ζωή σας σύμφωνα μ' αυτή την ανάγκη. Η ζωή σας, ακόμα και στην πιο αδιάφορη, την πιο άδεια ώρα της, πρέπει να γίνει σημάδι και μάρτυρας αυτής της ορμής. Ζυγώστε, τότε, τη φύση. Πασχίστε, τότε, να πείτε, σαν νάσαστε ο πρώτος άνθρωπος πάνω στη γη, τι βλέπετε, τί ζείτε, τί αγαπάτε, τί χάνετε.
Κι αν από τούτη την επιστροφή στον εαυτό σας, από τούτη την καταβύθιση στον δικό σας κόσμο, στίχοι ξεπηδήσουν, δε θα σκεφτείτε να ρωτήσετε τους άλλους αν είναι καλοί στίχοι. Κι ούτε θ' αποζητήσετε να ενδιαφερθούν τα περιοδικά γι' αυτούς: οι στίχοι σας δε θάναι, για σας, παρά ένα αγαπημένο φυσικό σας χάρισμα, ένα κομμάτι κι ένας φθόγγος από τη ζωή σας. Ένα έργο τέχνης είναι άξιο μόνο σαν ξεπηδάει από μιαν ανάγκη. Για να το κρίνεις, πρέπει να δεις ποια είν' η πηγή του. Γι' αυτό φίλε Κύριε, δε μπορώ να σας δώσω παρά τούτη μόνο τη συμβουλή:
Βυθιστείτε στον εαυτό σας, ψάξτε στα βάθη, απ' όπου πηγάζει η ζωή σας. Εκεί θα βρείτε την απόκριση στο ρώτημα: πρέπει να δημιουργείτε; δεχτείτε την όπως θ' αντηχήσει, χωρίς να γυρέψετε το νόημά της. Ίσως βγει πως η Τέχνη σας καλεί. Τότε, αγκαλιάστε αυτή τη μοίρα, κρατήστε την για πάντα απάνω σας, μ' όλο το βάρος και το μεγαλείο της, χωρίς ποτέ ν' αποζητήσετε καμιάν αμοιβή απ' έξω.
Γιατί ο δημιουργός πρέπει νάναι ολόκληρος ένας κόσμος για τον εαυτό του, να βρίσκει τα πάντα στον εαυτό του και στη φύση, που μαζί της είναι δεμένος.
Μπορεί όμως, έπειτ' απ' αυτή την «κάθοδο» μέσα στον εαυτό σας και στον εντός σας «ερημίτη», να πρέπει ν' απαρνηθείτε τη μοίρα του ποιητή. (Φτάνει, όπως σας είπα, να νιώσει κανένας πως μπορεί να ζήσει και χωρίς να γράφει- κι ευθύς το γράψιμο του είναι απαγορευμένο). Μα και τότε ακόμα, αυτή η αυτοσυγκέντρωση, που σας ζητώ, δε θάχει σταθεί μάταιη. Η ζωή σας θα βρει, δίχως άλλο, μεσ' από κει, τους δικούς της δρόμους ? κι εύχομαι, περισσότερο απ' όσο δύνονται τα λόγια μου να σας πουν, οι δρόμοι σας τούτοι νάναι άξιοι, πλατιοί κι ευτυχισμένοι.
Τί άλλο μπορώ να πω; Νομίζω πως τόνισα ό,τι έπρεπε. Κι ακόμα μια φορά, ένα θέλω να σας συμβουλέψω: ν' αναπτυχθείτε, γαλήνια και σοβαρά, σύμφωνα με το δικό σας νόμο. Θα συνταράζατε, όσο γίνεται πιο βίαια κι ολέθρια, την εξέλιξή σας, αν στρέφετε τη ματιά σας προς τα έξω κι αν προσμένατε απ' έξω απόκριση σε ρωτήματα, όπου μόνο το πιο βαθύ αίσθημά σας, στην πιο χαμηλόφωνη ώρα σας, μπορεί ίσως ν' αποκριθεί .
Με χαρά μου βρήκα το όνομα του καθηγητή Horacek στο γράμμα σας. Διατηρώ πάντα, από τα χρόνια κείνα, βαθύ σεβασμό κι ευγνωμοσύνη για τον αγαπητόν αυτό σοφό. Θα είχατε την καλοσύνη να του το πείτε; Είναι τόσο καλός που με θυμάται ακόμα, και του χρωστώ χάρη γι' αυτό.
Σας στέλνω πίσω τους στίχους, που φιλικά μου εμπιστευτήκατε. Και σας ευχαριστώ, άλλη μια φορά, για τη μεγάλη κι εγκάρδια εμπιστοσύνη σας. Προσπάθησα, στην ανυπόκριτη τούτη απάντησή μου, γραμμένη όσο δυνόμουν καλύτερα, να φανώ της εμπιστοσύνης αυτής κάπως περισσότερο άξιος απ' ό,τι πραγματικά είμαι, ο ξένος εγώ.
Μ' αφοσίωση και συμπάθεια''
Rainer Maria Rilke
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου