Με σύρανε εδώ.
Είμαι ακόμα εδώ.
Στο βασίλειο της χειρότερης ταπείνωσης.
Στο κράτος της Ανάγκης.
Εξορία
Είναι πολύ καιρός
σχεδόν έξι χρόνια
που δεν ξέρω πού κοιμάμαι.
Πετάγομαι ιδρωμένη στον ύπνο μου
αν λέγεται ύπνος ένας συνεχής πυρετός
που μυρίζει ασημένια χαρτάκια
οινόπνευμα
βαριά χάπια
και απάνθρωπη μοναξιά.
Δεν θυμάμαι πού κοιμάμαι...
Νομίζω με ψείρες το χειμώνα στα Προπύλαια
και τα καλοκαίρια κάτω από σταθμευμένα
λεωφορεία για σκιά.
Οταν έρποντας η μνήμη μου επανέρχεται
μια νύχτα το σχήμα ανθρώπου πήρε
κι αφού υπνώθηκα α
έρωτα βαθιά μέσα μου έκανε
μπήκε.
Από κει κι έπειτα άρχισαν τα δεινά.
Γέννησα ένα παιδί
σταλμένο να χτυπήσει από τα μέσα το κάστρο.
Πέρα από τις αφετηρίες όλων των ανέμων.
Πίσω από τα γαλανά βουνά.
Αυτή ήτανε η τιμωρία
γιατί η Βασίλισσα είχε χριστεί πολεμίστρια.
Επρεπε να μείνει ανέραστη.
Τα παιδιά τα κάνουνε μητέρες.
Ητανε δηλαδή άλλων δουλειά.
σχεδόν έξι χρόνια
που δεν ξέρω πού κοιμάμαι.
Πετάγομαι ιδρωμένη στον ύπνο μου
αν λέγεται ύπνος ένας συνεχής πυρετός
που μυρίζει ασημένια χαρτάκια
οινόπνευμα
βαριά χάπια
και απάνθρωπη μοναξιά.
Δεν θυμάμαι πού κοιμάμαι...
Νομίζω με ψείρες το χειμώνα στα Προπύλαια
και τα καλοκαίρια κάτω από σταθμευμένα
λεωφορεία για σκιά.
Οταν έρποντας η μνήμη μου επανέρχεται
μια νύχτα το σχήμα ανθρώπου πήρε
κι αφού υπνώθηκα α
έρωτα βαθιά μέσα μου έκανε
μπήκε.
Από κει κι έπειτα άρχισαν τα δεινά.
Γέννησα ένα παιδί
σταλμένο να χτυπήσει από τα μέσα το κάστρο.
Πέρα από τις αφετηρίες όλων των ανέμων.
Πίσω από τα γαλανά βουνά.
Αυτή ήτανε η τιμωρία
γιατί η Βασίλισσα είχε χριστεί πολεμίστρια.
Επρεπε να μείνει ανέραστη.
Τα παιδιά τα κάνουνε μητέρες.
Ητανε δηλαδή άλλων δουλειά.
--- --- ---
Θαρθεί καιρός που θα αλλάξουν τα πράγματα. Να το θυμάσαι Μαρία. Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε κρατώντας τη σκυτάλη -μη βλέπεις εμένα- μην κλαις. Εσύ εισ' η ελπίδα. ’κου θάρθει καιρός που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς δε θα βγαίνουν στην τύχη Δε θα υπάρχουνε πόρτες κλειστές με γυρμένους απέξω Και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε δε θάμαστε άλογα να μας κοιτάνε στα δόντια. Οι άνθρωποι -σκέψου!- θα μιλάνε με χρώματα κι άλλοι με νότες. Να φυλάξεις μονάχα σε μια μεγάλη φιάλη με νερό λέξεις και έννοιες σαν και αυτές απροσάρμοστοι-καταπίεση-μοναξιά-τιμή-κέρδος-εξευτελισμός για το μάθημα της ιστορίας. Είναι Μαρία -δε θέλω να λέω ψέματα- δύσκολοι καιροί. Και θαρθούνε κι άλλοι. Δεν ξέρω -μην περιμένεις και από μένα πολλά- τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω κι απ' όσα διάβασα ένα κρατάω μόνο: "Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος". Θα την αλλάξουμε τη ζωή! Παρ' όλα αυτά Μαρία. --- --- --- Αναρχία. "Μη με σταματάς. Ονειρεύομαι. Ζήσαμε σκυμμένοι αιώνες αδικίας. Αιώνες μοναξιάς. Τώρα μη. Μη με σταματάς. Τώρα κι εδώ για πάντα και παντού. Ονειρεύομαι ελευθερία. Μέσα απ' του καθένα την πανέμορφη ιδιαιτερότητα ν' αποκαταστήσουμε του Σύμπαντος την Αρμονία. Ας παίξουμε. Η γνώση είναι χαρά. Δεν είναι επιστράτευση απ' τα σχολεία Ονειρεύομαι γιατί αγαπώ. Μεγάλα όνειρα στον ουρανό. Εργάτες με δικά τους εργοστάσια συμβάλουν στην παγκόσμια σοκολατοποιία. Ονειρεύομαι γιατί ΞΕΡΩ και ΜΠΟΡΩ. Οι τράπεζες γεννάνε τους «ληστές». Οι φυλακές τους «τρομοκράτες» Η μοναξιά τους «απροσάρμοστους». Το προϊόν την «ανάγκη» Τα σύνορα τους στρατούς Όλα η ιδιοχτησία. Βία γεννάει η Βία. Μη ρωτάς. Μη με σταματάς. Είναι τώρα ν' αποκαταστήσουμε του ηθικού δικαίου την υπέρτατη πράξη. Να κάνουμε ποίημα τη Ζωή. Και τη Ζωή πράξη. Είναι ένα όνειρο που μπορώ μπορώ μπορώ Σ' ΑΓΑΠΩ και δεν με σταματάς δεν ονειρεύομαι. Ζω. Απλώνω τα χέρια στον Ερωτά στην αλληλεγγύη στην Ελευθερία. Όσες φορές χρειαστεί κι απ' την αρχή. Υπερασπίζομαι την ΑΝΑΡΧΙΑ. " --- --- --- Νόστος. Είχανε ρίξει στην αγορά αρρώστια βαριά, που ήθελε μάνταλα στις πόρτες και τα παράθυρα κλειστά, καλά αμπαρωμένα. Παιδιά δεν κυκλοφορούσανε. Τα είχε χτυπήσει όλα. Την φώναζαν χλευαστικά ''Βασίλισσα'' και πάντα κρατούσε απο το χέρι το μοναδικό μικρό παιδί που είχε λόγο ύπαρξης. Και το φωνάζαν '' ΤΡΕΛΑ''. ---- --- --- |
Καμμιά φορά ανοίγει η πόρτα σιγά σιγά και μπαίνεις.
Φοράς κάτασπρο κουστούμι και λινά παπούτσια.
Σκύβεις βάζεις στοργικά στη χούφτα μου 72 φράγκα και φεύγεις.
Έχω μείνει στη θέση που με άφησες για να με ξαναβρείς.
Όμως πρέπει να έχει περάσει πολύς καιρός γιατί τα νύχια μου μακρύνανε και
οι φίλοι μου με φοβούνται. Κάθε μέρα μαγειρεύω πατάτες
έχω χάσει την φαντασία μου και κάθε
φορά που ακούω "Κατερίνα" τρομάζω. Νομίζω ότι πρέπει να καταδώσω κάποιον.
Έχω φυλάξει κάτι αποκόμματα με κάποιον που λέγανε
πως είσαι εσύ. Ξέρω πως λένε ψέματα οι εφημερίδες,
γιατί γράψανε ότι σου ρίξανε στα πόδια.
Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια.
Στο μυαλό είναι ο Στόχος
το νου σου ε;
Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1940. Από μικρή δούλεψε σαν ηθοποιός στο θέατρο και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος Φίλμς. Το πρώτο της βιβλίο με ποιήματα ήταν το "Τρία κλικ αριστερά". Αυτοκτόνησε το 1993.
2 σχόλια:
ε! να σου πω κάτι;
ξέρω οτί εδώ είμαστε και πολύ σοβαροί
για να έχουμε να δείξουμε ένα πρόσωπο στην κοινωνια
αλλά επειδή μονό εδώ μπορω να σε
βρω
αν όχι στο τηλέφωνο
έχω να σου πω
ότι έπεσε κρύο στη θεσσαλονίκη
ότι ο χειμώνας της θεσσαλονίκης μυρίζει περίεργα
ότι ο herbie hancock έχει πλάκα
ότι [ΠΡΟΣΟΧΗ] αν δε μου πεις ότι θα είστε στην Κρήτη τα Χριστούγεννα
θα βάλω τη Γωγώ να σου κανει "ΟΥΙ!".
=]
ουφ.
πως είστε αγαπητέ;
Τιτικ.
υγ. μ'αρέσει πολύυυ το blog (μιας και δεν είχα δηλώσει την παρουσία μου έως τώρα)
υγ(2). α γ α π ά ω τη Γώγου.
υγ(3). και για να είμαι λίγο τουλάχιστον στο κλίμα:
"Είμαι ένα μικρό τετραγωνάκι τρεχαλητό τ'ουρανού. Στην αγάπη και τον πόνο μου μπερδεμένη. Όσοι είχανε πηδήξει από τη γέφυρα να φύγουν σταματάνε την κίνηση στη μέση. Κάνουνε την κίνηση ανάποδα, σωστή. Γυρνάνε πίσω στη ζωή και στον αέρα. Είμαι ένα κομματάκι τ'ουρανού, τετράγωνο, ολομόναχο, φωτισμένο." Κ.Γ.
-είχε πει: "Εγώ αυτό το ταξίδι ξέρω. Να πεθαίνω και ν' ανασταίνομαι."
...
"Η Τέχνη -εγώ για μένα μιλάω- γουόκμαν
στ' αυτιά μου και πατίνια στα πόδια,
στα χρώματά σου,
στη μοναξιά σου να ρολάρεις."-
ok.
Ούτε εδω μπορω να σε βρω τελικά!
τζαμπα κατέστρεψα την αναρτηση!
=]]]]
Δημοσίευση σχολίου